ΕΠΙΛΗΠΤΙΚΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΠΙΛΗΨΙΑ
Επιληπτική κρίση είναι η επεισοδιακή, ταχεία εκφόρτιση ικανού αριθμού νευρώνων της φαιάς ουσίας του εγκεφάλου που μπορεί να επηρεάζει ή όχι το επίπεδο της συνείδησης και να εκδηλώνεται ή όχι με σπασμούς.
Σε ποσοστό 30-35% είναι γνωστή η αιτία, ενώ το υπόλοιπο υπάγεται στις ιδιοπαθείς. O επιπολασμός της νόσου ανέρχεται στο 0,8%, με οικογενή χαρακτήρα και μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης κατά την παιδική, εφηβική ηλικία και σε άτομα >70 ετών.
Αιτιολογικά, ευθύνονται γενετικά σφάλματα, δυσπλασίες ή τραυματισμός του εγκεφάλου (4-5%), όγκοι (3,6%), αιμορραγίες και αποστήματα. Κρίσεις μπορεί επίσης να προκαλούνται από την αλκοολική δηλητηρίαση, φλεγμονή του κεντρικού νευρικού συστήματος (2,6%), την έλλειψη ύπνου, αλλά και από διαταραχές στη γλυκόζη και τους ηλεκτρολύτες του αίματος. Σημαντικό ποσοστό αποδίδεται στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (11,6%) και τις απομυελινωτικές παθήσεις (2%).
Αδρά, οι επιληπτικές κρίσεις ταξινομούνται σε απλές εστιακές, σύνθετες εστιακές με ψυχοκινητικό χαρακτήρα και γενικευμένες (μυοκλονίες, grand-mal, petit-mal).
Οι επιληπτικές κρίσεις είναι βραχείας διάρκειας (sec έως λίγα λεπτά), με εξαίρεση το status epilepticus, όπου διαδέχονται η μία την άλλη για 20-30 min ή και περισσότερο, χωρίς να αποκαθίσταται ενδιάμεσα το επίπεδο συνείδησης.
Μεγάλης σημασίας κατά την εξέλιξη μίας κρίσης είναι η διατήρηση ανοικτών των αεροφόρων οδών, η υποστήριξη της κεφαλής και η τοποθέτηση του ασθενούς σε θέση αποφυγής εισρόφησης ή τραυματισμού από ενδεχόμενη πτώση.
Κάθε πρωτοεμφανιζόμενη κρίση θα πρέπει να διερευνάται ως προς τα αίτια που την προκάλεσαν και την πιθανότητα επανάληψής της. Γίνεται πλήρης έλεγχος με νευρολογική εξέταση, εξετάσεις αίματος, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και μαγνητική απεικόνιση του εγκεφάλου. Βάσει των ευρημάτων και των ιδιαιτεροτήτων κάθε ασθενούς εξετάζεται το ενδεχόμενο προσθήκης συστηματικής αντιεπιληπτικής αγωγής.
Σε ποσοστό 30-35% είναι γνωστή η αιτία, ενώ το υπόλοιπο υπάγεται στις ιδιοπαθείς. O επιπολασμός της νόσου ανέρχεται στο 0,8%, με οικογενή χαρακτήρα και μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης κατά την παιδική, εφηβική ηλικία και σε άτομα >70 ετών.
Αιτιολογικά, ευθύνονται γενετικά σφάλματα, δυσπλασίες ή τραυματισμός του εγκεφάλου (4-5%), όγκοι (3,6%), αιμορραγίες και αποστήματα. Κρίσεις μπορεί επίσης να προκαλούνται από την αλκοολική δηλητηρίαση, φλεγμονή του κεντρικού νευρικού συστήματος (2,6%), την έλλειψη ύπνου, αλλά και από διαταραχές στη γλυκόζη και τους ηλεκτρολύτες του αίματος. Σημαντικό ποσοστό αποδίδεται στα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια (11,6%) και τις απομυελινωτικές παθήσεις (2%).
Αδρά, οι επιληπτικές κρίσεις ταξινομούνται σε απλές εστιακές, σύνθετες εστιακές με ψυχοκινητικό χαρακτήρα και γενικευμένες (μυοκλονίες, grand-mal, petit-mal).
Οι επιληπτικές κρίσεις είναι βραχείας διάρκειας (sec έως λίγα λεπτά), με εξαίρεση το status epilepticus, όπου διαδέχονται η μία την άλλη για 20-30 min ή και περισσότερο, χωρίς να αποκαθίσταται ενδιάμεσα το επίπεδο συνείδησης.
Μεγάλης σημασίας κατά την εξέλιξη μίας κρίσης είναι η διατήρηση ανοικτών των αεροφόρων οδών, η υποστήριξη της κεφαλής και η τοποθέτηση του ασθενούς σε θέση αποφυγής εισρόφησης ή τραυματισμού από ενδεχόμενη πτώση.
Κάθε πρωτοεμφανιζόμενη κρίση θα πρέπει να διερευνάται ως προς τα αίτια που την προκάλεσαν και την πιθανότητα επανάληψής της. Γίνεται πλήρης έλεγχος με νευρολογική εξέταση, εξετάσεις αίματος, ηλεκτροεγκεφαλογράφημα και μαγνητική απεικόνιση του εγκεφάλου. Βάσει των ευρημάτων και των ιδιαιτεροτήτων κάθε ασθενούς εξετάζεται το ενδεχόμενο προσθήκης συστηματικής αντιεπιληπτικής αγωγής.